Ασφα­λώς οι με­λε­τη­τές του Άγ­γε­λου Σι­κε­λια­νού θα αντι­με­τω­πί­ζουν με ιδιαί­τε­ρη επι­φύ­λα­ξη τη λέ­ξη πρό­σβα­ση, όταν πρό­κει­ται για έναν λυ­ρι­κό ποι­η­τή σαν τον Σι­κε­λια­νό, που κα­τα­φέρ­νει να κι­νεί­ται με απα­ρά­μιλ­λη άνε­ση και δε­ξιο­τε­χνία ανά­με­σα στον ρο­μα­ντι­σμό, τον συμ­βο­λι­σμό και τον ρε­α­λι­σμό, που εκ­φρά­ζει με πη­γαίο και μο­να­δι­κό τρό­πο βιώ­μα­τα και ορά­μα­τα, που ντύ­νε­ται την περ­σό­να του μύ­στη και του προ­φή­τη και ορα­μα­τί­ζε­ται έναν ιδιό­τυ­πο θρη­σκευ­τι­κό ου­μα­νι­σμό, που ανα­λαμ­βά­νει τον ρό­λο του ηγέ­τη για να οδη­γή­σει τον κό­σμο στην πα­γκό­σμια συμ­φι­λί­ω­ση και που, τέ­λος, η ίδια η σχε­δόν μυ­θι­κή ζωή του ταυ­τί­ζε­ται με ό,τι πιο αντι­συμ­βα­τι­κό. Και όμως, αυ­τό επι­χει­ρεί να κά­νει το Μου­σείο Άγ­γε­λου Σι­κε­λια­νού στη Λευ­κά­δα, που άνοι­ξε τις πύ­λες του το 2017 χά­ρη στην ευ­γε­νι­κή χο­ρη­γία της Εθνι­κής Τρά­πε­ζας. Το μου­σείο στε­γά­ζε­ται στο ανα­στη­λω­μέ­νο σπί­τι των Σι­κε­λια­νών, όπου ο Άγ­γε­λος έζη­σε τα πρώ­τα παι­δι­κά του χρό­νια. Χά­ρη στις εξαι­ρε­τι­κές νοη­μα­τι­κές και αρ­χι­τε­κτο­νι­κές εκ­θε­σια­κές με­λέ­τες που αξιο­ποιούν όλους τους δια­θέ­σι­μους μου­σειο­λο­γι­κούς «τρό­πους», το μου­σείο έχει κα­τα­στεί ιδιαί­τε­ρα «προ­σβά­σι­μο» όχι μό­νο κι­νη­τι­κά αλ­λά και νοη­μα­τι­κά σε ό,τι αφο­ρά το έρ­γο αλ­λά και τη ζωή του ποι­η­τή.

Η «πρό­σβα­ση» στο μου­σείο εί­ναι πο­λυ­ε­πί­πε­δη και επι­τυγ­χά­νε­ται τό­σο με την εξα­σφά­λι­ση της ανα­γκαί­ας κι­νη­τι­κής βα­τό­τη­τας όσο και με τη χρή­ση πο­λυαι­σθη­τη­ρια­κών μέ­σων που επι­τρέ­πουν την πο­λύ­τρο­πη πρό­σλη­ψη πλη­ρο­φο­ριών. Το ίδιο το σπί­τι, καί­τοι κη­ρυγ­μέ­νο ιστο­ρι­κό μνη­μείο, πα­ρέ­χει όλες τις διευ­κο­λύν­σεις κι­νη­τι­κής πρό­σβα­σης (ισό­πε­δη εί­σο­δο, δια­δρό­μους όδευ­σης και ανα­βα­τό­ριο για τους ορό­φους). Επι­πλέ­ον, με τη δια­τή­ρη­ση της αυ­θε­ντι­κής του δια­με­ρι­σμα­το­ποί­η­σης αλ­λά και τις σο­φές αρ­χι­τε­κτο­νι­κές επι­λο­γές του Πά­νου Τζώ­νου με τα γαιώ­δη και τρυ­φε­ρά χρώ­μα­τα και τον ατμο­σφαι­ρι­κό φω­τι­σμό, δη­μιουρ­γεί­ται ο απα­ραί­τη­τος οι­κεί­ος χώ­ρος υπο­δο­χής και προ­ε­τοι­μά­ζε­ται αι­σθη­τη­ρια­κά και συ­ναι­σθη­μα­τι­κά η πρό­σβα­ση στην ευ­ρεία της έν­νοια. Απο­κο­ρύ­φω­μα αυ­τής της «υπο­δο­χής» απο­τε­λεί η κου­ζί­να του σπι­τιού, η εστία της οι­κο­γέ­νειας, που επί­τη­δες δια­τη­ρή­θη­κε ανέ­πα­φη για να ανα­δί­δει την αύ­ρα των ενοί­κων και να ενερ­γο­ποιεί όλα εκεί­να τα συ­ναι­σθή­μα­τα της οι­κειό­τη­τας και της θαλ­πω­ρής που κά­νουν τον επι­σκέ­πτη να αι­σθά­νε­ται ευ­πρόσ­δε­κτος.

Μοναδικά εκθέματα με ιδιαίτερη ιστορική και συναισθηματική φόρτιση, δανεισμένα ή παραχωρημένα από σημαντικά μουσεία και ιστορικά αρχεία, όπως προσωπικά αντικείμενα του Σικελιανού και των δύο συντρόφων του, της Εύας Πάλμερ και της Άννας Καμπανάρη, ζωντανεύουν με απαράμιλλο τρόπο τα πρόσωπα των πρωταγωνιστών και ανοίγουν τον δρόμο για την συναισθηματική εμπλοκή του επισκέπτη. Στα προσωπικά ενθυμήματα με ιδιαίτερη φόρτιση συγκαταλέγονται η πένα και το μελανοδοχείο του ποιητή, τα πορφυρά μαλλιά της Εύας και τα ρούχα που ύφανε για τον εαυτό της και τις Δελφικές Εορτές, αλλά και χειρόγραφα έργων του ποιητή με τον γραφικό του χαρακτήρα, που αλλάζει στην πάροδο του χρόνου ακολουθώντας τη βιολογική αλλά και την πνευματική του ωρίμανση.

Τα εκθέματα πλαισιώνονται από πλούσιο εποπτικό υλικό με φωτογραφίες, εύληπτα επεξηγηματικά κείμενα και υποτιτλισμένα οπτικοακουστικά που βοηθούν τον επισκέπτη να μεταφερθεί στον χωροχρόνο και να κατανοήσει τη ζωή και το έργο του μεγάλου λογοτέχνη και διανοητή. Την οπτική πρόσληψη πληροφοριών συμπληρώνει η ηχητική, με σπάνια ντοκουμέντα που περιέχουν τις φωνές των ίδιων των πρωταγωνιστών, του Άγγελου, της Εύας και της Άννας, αλλά και ηχογραφημένες απαγγελίες ποιημάτων ακόμη και με τη φωνή του ίδιου του ποιητή να ακούγεται στο μουσείο ωσεί παρών. Στις σημαντικές ηχητικές πληροφορίες συμπεριλαμβάνονται και οι μελοποιήσεις ποιημάτων του Σικελιανού από σημαντικούς συνθέτες, που ακούγονται από ειδικό ηχείο και που βοηθούν τον επισκέπτη να βιώσει μια άλλη διάσταση του σικελιανικού λόγου.  Τέλος, η προσβασιμότητα του εκθεσιακού υλικού ενισχύεται ακόμη περισσότερο και με σταθμούς διάδρασης, όπου ο επισκέπτης έχει την ευκαιρία λήψης πληροφοριών αυτενεργώντας και ακολουθώντας τα δικά του ενδιαφέροντα αλλά και τον δικό του προσωπικό ρυθμό.

Αυτό ακριβώς το μουσείο με τις τόσες δυνατότητες επέλεξε η Μ.Κ.Ο. «Artogether – Tέχνη Ατόμων με και χωρίς Αναπηρία», προκειμένου να συμμετάσχει στο πρόγραμμα του Υπουργείου Πολιτισμού και Αθλητισμού για χρηματοδότηση προτάσεων που θα ενίσχυαν τον ρόλο των μουσείων σύγχρονου πολιτισμού. Η Artogether, οργανισμός που από το 1990 προωθεί πολιτιστικά προγράμματα σε συμπεριληπτικές ομάδες (ομάδες ατόμων με και χωρίς αναπηρία), θεωρεί ότι η τέχνη και ο πολιτισμός και, κατά συνέπεια, τα πολιτιστικά ιδρύματα και τα μουσεία, μπορούν να αποτελέσουν το όχημα για κοινωνική αλλαγή και ισότιμη ένταξη των ατόμων με «περιορισμούς» στο κοινωνικό σύνολο, κάτι που παράλληλα διευρύνει δραστικά και εποικοδομητικά το κοινό αυτών των ίδιων των φορέων.

To πρόγραμμα που υποβλήθηκε υπό τον γενικό τίτλο «Συνομιλώντας με τον Άγγελο Σικελιανό» και τελικά χρηματοδοτήθηκε και τέθηκε υπό την αιγίδα του Υπουργείου Πολιτισμού, αποτελείται από τρεις ξεχωριστές αλλά αλληλένδετες δράσεις και στοχεύει στο να καταστήσει το μουσείο ευρύτερα γνωστό διευρύνοντας την προσβασιμότητά του με δυνατότητες και λειτουργίες που εντάσσονται στην αντίληψη του καθολικού σχεδιασμού.  Την επιστημονική ευθύνη για το πρόγραμμα ανέλαβαν οι υπογράφουσες ενώ την εποπτεία και τον συντονισμό είχε η πρόεδρος της Artogether Δέσποινα Ασλανίδου.

ΣΥΝΕΧΙΣΤΕ ΤΗΝ ΑΝΑΓΝΩΣΗ ΕΔΩ

ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΕΣ ΛΕΠΤΟΜΕΡΙΕΣ ΓΙΑ ΤΗ ΔΡΑΣΗ “Συνομιλώντας με τον Άγγελο Σικελιανό” ΕΔΩ